- Ὑπερβίου
- Ὑπέρβιοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ὑπερβίου — ὑπέρβιος of overwhelming strength masc/fem/neut gen sg ὑ̱περβίου , ὑπερβιόω outlive imperf ind act 3rd sg ὑπερβιόω outlive pres imperat act 2nd sg ὑπερβιόω outlive imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κελαινώ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Δαναΐδα, σύζυγος του Υπέρβιου, γιου του Αιγύπτου, μητέρα του Κελαινού από τον Ποσειδώνα. 2. Μία από τις Πλειάδες ή Ατλαντίδες, μητέρα του Λύκου και του Νυκτέα από τον Ποσειδώνα. Σύμφωνα με άλλες πηγές, ήταν σύζυγος… … Dictionary of Greek
οινώψ — Πατέρας του ήρωα της αρχαίας Θήβας Υπέρβιου, που σκότωσε το θρυλικό γίγαντα Ιππομέδοντα, στον πόλεμο των Επτά επί Θήβας. * * * οἰνώψ, ῶπος, ὁ, ἡ (Α) (ποιητ. τ. για τον Διόνυσο) οἶνοψ* («τᾱσδ ἐπώνυμον γᾱς οἰνῶπα Βάκχον εὔιον», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < … Dictionary of Greek